Αλέξης Σαββόπουλος

Το νέο FFP, κάποιες συγκρίσεις και η αναγκαία προσαρμογή

Ο Αλέξης Σαββόπουλος γράφει στο sportfm.gr για τις αλλαγές στο Financial Fair Play, τι σημαίνει αυτό για τον Άρη και τις απαραίτητες κινήσεις προσαρμογήες που ενδεχομένως να πρέπει να κάνει.

Είναι γεγονός ότι οι προτεινόμενες αλλαγές στον κανονισμό του Financial Fair Play από το 2025 και έπειτα προκάλεσαν μια σχετική συζήτηση. Όχι σε μεγάλος βάθος φυσικά, καθώς το 2025 είναι κάτι που απέχει, όχι τόσο χρονικά όσο κυρίως διαδικαστικά και αναφέρομαι στον τρόπο που τελικά θα ωριμάσουν αυτές οι προτάσεις και θα ενσωματωθούν σε ένα κανονιστικό πλαίσιο. Και επειδή έχω την πεποίθηση ότι στόχος όλων αυτών των προσπαθειών δεν είναι τόσο το 98% των ποδοσφαιρικών συλλόγων, όσο το 2% αυτών που χρηματοδοτούνται αφειδώς και ανελλιπώς από πετροδολάρια και ρούβλια, θα τηρήσω μια στάση αναμονής για το πως θα εξελιχθεί αυτό το εγχείρημα.

Στο υποθετικό σενάριο ότι ένας αυστηρός κανονισμός θα επιβάλλει (και θα επιβλέπει, που είναι και το πιο δύσκολο, και θα επιβάλει κυρώσεις στους παραβάτες, που είναι και το σχεδόν απίθανο) στις ομάδες να ξοδεύουν έως και το 70% των εσόδων τους στον λεγόμενο αγωνιστικό προϋπολογισμό, θα επιχειρήσω μια προβολή της υφιστάμενης κατάστασης στο έτος 2025 και η ανάλυση θα περιλαμβάνει τόσο τον Άρη, όσο και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Πριν πάμε στα του Ελληνικού ποδοσφαίρου και στα του Άρη, θα μου επιτρέψετε μια αναφορά στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Θα αφήσω εκτός ανάλυσης τις πρώτες πέντε ομάδες σε Αγγλικό, Ισπανικό, Γαλλικό, Γερμανικό, Ιταλικό ποδόσφαιρο καθώς μιλάμε για άλλα μεγέθη. Θα αφήσω εκτός και τις τέσσερις τελευταίες ομάδες στις παραπάνω λίγκες καθώς θεωρητικά είναι οι πλέον αδύναμες (θεωρητικά πάντα). Σε όλες τις υπόλοιπες ομάδες, στα συνολικά ετήσια έσοδα, τα έσοδα αγώνα συνεισφέρουν το 16% (μεταξύ 14% και 18%), το τηλεοπτικό το 48% (μεταξύ 45% και 51%) και τα λοιπά εμπορικά έσοδα (διαφημίσεις, χορηγίες, κ.λπ.) στο 36% (μεταξύ 34% και 38%). Μικρό το ποσοστό του 16% των εσόδων αγώνα θα σκεφτεί κανείς. Ναι, ποσοστιαία ίσως.

Αλλά αν αναλογισθούμε ότι, π.χ., για την Watford (19η στο πρωτάθλημα Αγγλίας) τα έσοδα αγώνα ανά φίλαθλο ετησίως ανέρχονται στα 560 ευρώ και για την Μπράιτον (11η στο πρωτάθλημα Αγγλίας) στα 745 ευρώ, καταλαβαίνουμε για τι μεγέθη συζητάμε. Πόσα είναι τα έσοδα αγώνα ανά φίλαθλο μια μεσαίας ομάδας (εκτός 6αδας) του ελληνικού πρωταθλήματος; 200 ευρώ; Η μέση προσέλευση; 2.500 θεατές; 500 χιλιάδες ευρώ όλα και όλα, όταν τα αντίστοιχα της Μπράιτον ξεπερνούν τα 22 εκατομμύρια. Ποιο είναι το τηλεοπτικό μιας μεσαίας ομάδας εκτός 6αδας του ελληνικού πρωταθλήματος; Να είναι 1εκ ευρώ; Να είναι 1,5 εκ ευρώ; Της Μπράιτον πάντως ξεπερνούσε τα 130 εκατομμύρια ευρώ προ Covid και τα 110 στη διάρκεια του Covid.

Ναι θα πεις κανείς, το αγγλικό πρωτάθλημα είναι το πιο ενδιαφέρον και το πιο δυνατό. «Δεν έτυχε», είναι η απάντηση, «πέτυχε». Προφανώς η Αγγλική ομοσπονδία δεν μπορεί να πείσει τον Άγγλο να υποστηρίξει την ουραγό Νόριτς αντί της πρωταθλήτριας Σίτυ ή της Λίβερπουλ. Ωστόσο η ψαλίδα του τηλεοπτικού συμβολαίου μεταξύ των ομάδων στο Αγγλικό πρωτάθλημα δεν διαφέρει σημαντικά από την αναλογία 2.5 προς 1, έναντι αναλογίας 6 προς 1 στο ισπανικό πρωτάθλημα και 10 προς 1 στο ιταλικό (που έχει πάρει την κατιούσα σε ενδιαφέρον). Αν δηλαδή το μικρότερο τηλεοπτικό συμβόλαιο είναι 1 εκατομμύριο ευρώ, το μεγαλύτερο δεν είναι πάνω από 2.5 στην Αγγλία, πάνω από 6 στην Ισπανία, πάνω από 10 στην Ιταλία.

Έτσι (ή καλύτερα και έτσι) κατόρθωσαν οι Άγγλοι να έχουν ένα ανταγωνιστικό και με παγκόσμια απήχηση πρωτάθλημα, ασχέτως αν σε αυτόν μετέχουν οι αστέρες του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Και διευκολύνοντας τις ομάδες να κατασκευάσουν γήπεδα. Όλες, ανεξαιρέτως και ασχέτως, αν έχουν κολλητό τον υπουργό να δωρίσει εκτάσεις ή τον περιφερειάρχη να δώσει χρήμα ή τον δήμαρχο να διευκολύνει αναπλάσεις. Πόση είναι η ψαλίδα των τηλεοπτικών στην τριτοκοσμική Ελλάδα; Κανείς δεν ξέρει επισήμως, καθώς κάτι που στην Αγγλία είναι δημοσιευμένο, στην Ελλάδα είναι επτασφράγιστο μυστικό. Δεν θα το συνεχίσω άλλο διότι θα ανοίξει πολύ η κουβέντα. Θα κρατήσω τον Άρη για επίλογο και τις νέες συνθήκες που θα δημιουργήσει για το club ο νέος οικονομικός εποπτικός έλεγχος.

Ο Αρης αμέλησε εδώ και πολλά χρόνια να διαχειριστεί το brand name του. Ο σύλλογος με τα ακριβότερα εισιτήρια διαρκείας μακράν του δεύτερου (εφέτος 150 ευρώ στα πέταλα, δίχως φιλικούς αγώνες, δίχως αγώνες κυπέλλου, δίχως αγώνες play off, δίχως ευρωπαϊκούς προκριματικούς αγώνες, κατά πάγια τακτική την τελευταία 3ετία), με προσέλευση όμως σταθερά υψηλότατη, στην πρώτη 4αδα του πρωταθλήματος. Αν αυτό είναι προς συμφέρον της ΠΑΕ εγώ δεν μπορώ να το κρίνω, προφανώς η ΠΑΕ ΑΡΗΣ έχει αναλύσει τα δεδομένα και θεωρεί ότι είναι προτιμότερα 6.000 διαρκείας και τα υπόλοιπα προς ελεύθερη διάθεση.

Ωστόσο έχει να διανύσει μεγάλο δρόμο στο σκέλος της εμπορικής διαχείρισης και πρέπει να τον… τρέξει. Έχει να διανύσει μεγάλο δρόμο και στο σκέλος της διείσδυσης στον τηλεοπτικό χώρο. Αλλά και ο κόσμος τους Άρη μπαίνει δυναμικά στην εξίσωση πρέπει να διανύσει και αυτός το μερίδιο της διαδρομής που του αναλογεί. Η περιπέτεια του Covid μετέβαλε τις διαμορφωμένες συνήθειες των Αρειανών και πρέπει να επανέλθουν.

Η οικονομική συγκυρία δεν βοηθάει, αλλά το ίδιο μπορεί να ισχυριστεί και η διοίκηση του Άρη για την εξέλιξη της ΠΑΕ και το πέρασμα στην… επόμενη πίστα. Μόνης της χωρίς την… πλάτη που μπορεί να βάλει ο κόσμος καμία διοίκηση ΠΑΕ δεν κατάφερε να κάνει θαύματα. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι το προϊόν απευθύνεται στην μάζα. Στο κοινό. Και όσο πιο δυναμικά συμμετέχει αυτό τόσο πιο ανταγωνιστικός θα παραμείνει και τα επόμενα χρόνια ο Άρης…

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x